Διαβήτης κύησης
Η εγκυμοσύνη είναι μια από τις σημαντικότερες στιγμές στη ζωή μιας γυναίκας. Η καλή έκβαση αυτής έγκειται στην καλή παρακολούθηση την πρόληψη και θεραπεία από την ίδια τη γυναίκα όσο και από τον μαιευτήρα της. Πολλές είναι οι ασθένειες που παρουσιάζονται στην κύηση και μια από αυτές είναι ο διαβήτης στην εγκυμοσύνη.
Τι είναι ο διαβήτης κύησης και πώς διαγιγνώσκεται;
Ο διαβήτης της κύησης είναι μια προσωρινή κατάσταση, παρόμοια με τους άλλους τύπους διαβήτη, κατά την οποία ο οργανισμός δεν παράγει αρκετή -ή και καθόλου μερικές φορές- ποσότητα ινσουλίνης.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, πρόκειται για τον διαβήτη που προϋπήρχε σε λανθάνουσα μορφή στη γυναίκα και εμφανίζεται για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Αυτή η κατάσταση, η οποία εμφανίζεται στο 2% περίπου των εγκύων (μερικές φορές φτάνει έως και το 10%), αποτελεί τη συνηθέστερη επιπλοκή της κύησης και η διάγνωσή της γίνεται συνήθως από το υψηλό ποσοστό σακχάρου στα ούρα κατά το τελευταίο κυρίως τρίμηνο της εγκυμοσύνης ή φυσικά στο 2ο τρίμηνο με την καμπύλη σακχάρου στο αίμα.
Μπορεί να έχει διάφορα επίπεδα σοβαρότητας ανάλογα με την ηλικία όπου εμφανίστηκε και τη διάρκεια της ασθένειας.
- Αν η διάγνωση έχει προηγηθεί της εγκυμοσύνης, η μέλλουσα μητέρα υποβάλλεται σε ιατρικό έλεγχο και ακολουθεί θεραπεία.
- Αντίθετα, αν πριν από την εγκυμοσύνη δεν είχαν εκδηλωθεί ποτέ συμπτώματα που να την υποχρέωναν να συμβουλευτεί το γιατρό, είναι πιθανό κατά τη διάρκεια της κύησης να εμφανιστούν τα τυπικά συμπτώματα του μη ελεγχόμενου διαβήτη, που είναι: δίψα, πολυουρία, κούραση.
Τι προκαλείται στο έμβρυο με τον διαβήτη κύησης;
Σήμερα ο διαβήτης δεν θεωρείται επικίνδυνος ούτε για τη μητέρα ούτε για το έμβρυο, αρκεί να τεθεί έγκαιρα υπό έλεγχο. Στην περίπτωση όμως που στο αίμα της μητέρας υπάρχει υπερβολική ποσότητα σακχάρου, μέσω του πλακούντα εισάγεται στο
έμβρυο, με συνέπεια ο οργανισμός του να απελευθερώνει περισσότερη ινσουλίνη, προκειμένου να το ελέγχει. Έτσι, το μωρό αποθηκεύει περισσότερο πάχος από όσο πρέπει, με συνέπεια να μεγαλώνει πολύ και να επιβάλλεται πλέον ο τοκετός με καισαρική.
Μετά τη γέννηση το μωρό διατρέχει τον κίνδυνο να αναπτύξει υπογλυκαιμία (χαμηλά επίπεδα σακχάρου στο αίμα), ενώ μερικά νεογέννητα εμφανίζουν ίκτερο (ελέγχεται και αντιμετωπίζεται εύκολα).
διαβήτη κύησης – ιατρικό ιστορικό και ενδείξεις:
Ο διαβήτης της κύησης είναι ένας ειδικός τύπος της ασθένειας, που εμφανίζεται συχνά κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και εξαφανίζεται μετά τον τοκετό. Κύριες ενδείξεις για την παρουσία διαβήτη της κύησης είναι οι εξής:
-Ύπαρξη στην οικογένεια της μητέρας διαβητικών συγγενών
-Γέννηση προηγούμενου παιδιού με βάρος άνω των 4 κιλών
– Δύο προηγούμενες εγκυμοσύνες με υπερβολική αύξηση βάρους, υπέρταση ή υπερβολική παρουσία πρωτεϊνών στα ούρα (πρωτεϊνουρία). Αν οι έλεγχοι ρουτίνας δείξουν σάκχαρο στα ούρα, επιβάλλεται η διενέργεια ενός πιο εξειδικευμένου τεστ, για να διαπιστωθεί το επίπεδο του διαβήτη αλλά και το πότε προέκυψε. Στις εγκύους με διαβήτη ζητείται επίσης η «καμπύλη σακχάρου» που γίνεται την 28η-30ή εβδομάδα της κύησης ή και πιο νωρίς (πολλές φορές στο 1ο και 2ο τρίμηνο). Στην περίπτωση που εκδηλώνεται διαβήτης, είναι σημαντικό η διάγνωση να πραγματοποιείται το συντομότερο δυνατό.
Διαβήτης κύησης – αντιμετώπιση :
- Αν τα επίπεδα του σακχάρου στο αίμα της εγκύου παραμένουν υψηλά, ακόμη κι αν ακολουθεί μια σωστή και ισορροπημένη διατροφή, μπορεί να χρειαστεί να ξεκινήσει θεραπεία με ινσουλίνη. Επειδή κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης αυξάνονται τα επίπεδα των ορμονών με αντιινσουλινική δράση, η δόση ινσουλίνης που λαμβάνει η έγκυος ίσως χρειαστεί να αυξηθεί.
Ποιος είναι ο ρόλος της ινσουλίνης;
Η ινσουλίνη είναι μια ορμόνη που έχει την ιδιότητα να «καίει» τη ζάχαρη και να ρυθμίζει έτσι τη στάθμη του σακχάρου στο αίμα. Ο ρόλος της στον ανθρώπινο οργανισμό είναι πολύ σημαντικός. Διευκολύνει το σώμα να χρησιμοποιεί την τροφή ως κύρια πηγή ενέργειας και ρυθμίζει τα επίπεδα της γλυκόζης στο αίμα, έτσι ώστε τα κύτταρα του σώματος να απορροφούν αρκετή γλυκόζη για την τροφή.
Κατά την εγκυμοσύνη, ο οργανισμός θέτει σε λειτουργία αντιινσουλινικούς μηχανισμούς, ώστε να παραμένει αρκετή γλυκόζη στο αίμα για να τρέφεται το έμβρυο. Στο διαβήτη της κύησης όμως μερικές φορές η αντιινσουλινική δράση είναι τόσο ισχυρή που αφήνει στο αίμα περισσότερη ζάχαρη από όση απαιτείται για την ικανοποίηση των αναγκών τόσο της μητέρας όσο και του εμβρύου. Η περίσσια αποβάλλεται από τα ούρα κι έτσι αυξάνεται το λεγόμενο «σάκχαρο στα ούρα», γι’ αυτό και οι μισές σχεδόν έγκυες εμφανίζουν λίγο σάκχαρο στα ούρα τους κάποια στιγμή στην κύηση τους.
- O γιατρός την υποβάλλει σε διάφορες εξετάσεις, για να διαπιστώσει αν όλα πάνε καλά για την ίδια και το έμβρυο και για να αποφασίσει την ακριβή ημερομηνία του τοκετού. Οι εξετάσεις αυτές περιλαμβάνουν έλεγχο των ματιών, εξέταση αίματος για να διαπιστωθεί η κατάσταση των νεφρών, καθώς και άλλες που αφορούν στο μωρό, προκειμένου ο γιατρός να σιγουρευτεί ότι αναπτύσσεται σωστά.
- Yπάρχει η πιθανότητα ο γιατρός να συστήσει την παραμονή της εγκύου για μικρό χρονικό διάστημα στο νοσοκομείο, προοπτική που δεν θα πρέπει να προκαλεί φόβο και ανησυχία. Αποβλέπει απλώς στη συστηματικότερη και ασφαλέστερη παρακολούθηση της εγκύου και της πορείας της κύησης.
- Τέλος, ένας αποτελεσματικός τρόπος αντιμετώπισης του διαβήτη είναι η καλή διατροφή. Σε συνεργασία με το γιατρό και το διαιτολόγο σχεδιάζεται η ενδεδειγμένη δίαιτα που θα χορηγεί όλες τις θρεπτικές τροφές που χρειάζεται τόσο η έγκυος όσο και το κυοφορούμενο έμβρυο. Η μέθοδος αυτή βοηθά στην εξομάλυνση των επιπέδων της γλυκόζης στο αίμα της εγκύου και προφυλάσσει από την υπερβολική αύξηση βάρους κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Γι αυτό, καλό θα ήταν να καταναλώνονται:
- πουλερικά, κρέατα, ψάρια και γαλακτοκομικά προϊόντα με χαμηλά λιπαρά.
- Όσπρια, φρούτα και λαχανικά που βοηθούν στη σταθεροποίηση της γλυκόζης στο αίμα.
- ψητά και βραστά φαγητά και να αποφεύγονται όλες οι κατεργασμένες τροφές όπως τα χάμπουργκερ και οι σάλτσες που περιέχουν trans λιπαρά οξέα.
Διαβήτης κύησης – Θεραπεία :
Σε περίπτωση διάγνωσης διαβήτη, η μητέρα και το έμβρυο υπόκεινται σε αυστηρό έλεγχο καθ’ όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης. Αν πρόκειται για ελαφριά ανισορροπία, μπορεί να διορθωθεί με δίαιτα και ακριβείς ελέγχους της κατάστασης του εμβρύου. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις απαιτείται θεραπεία. Ειδικότερα:
- Αρχικά συνιστάται σύντομη ή όχι εισαγωγή σε νοσοκομείο ή κλινική, όπου συστήνεται ειδική δίαιτα (που θα ακολουθείται σχολαστικά σε όλη τη διάρκεια της εγκυμοσύνης).
- Κατόπιν αρχίζει θεραπεία με ινσουλίνη και ελέγχεται με μεγάλη προσοχή η κατάσταση του εμβρύου.
- Κατά την επιστροφή στο σπίτι η μέλλουσα μητέρα επιβάλλεται να συνεχίσει τη θεραπεία με ινσουλίνη και να υπόκειται σε εβδομαδιαίους ελέγχους στο διαβητολόγο της . Εν τω μεταξύ, η ανάπτυξη και η υγεία του εμβρύου εξακολουθείται να ελέγχεται κάθε μήνα με υπερηχογράφημα. Συχνά επίσης ελέγχονται και οι καρδιακοί παλμοί.
Διαβήτης κύησης – Πρόληψη :
Κατά τη 16η, 24η, 30ή και 35η εβδομάδα της εγκυμοσύνης η έγκυος πραγματοποιεί λεπτομερείς ελέγχους και τυχόν εφαρμογές της θεραπείας με ινσουλίνη.
-Είναι απαραίτητο για την έγκυο να διατηρεί το ιδανικό βάρος, χωρίς επικίνδυνες αυξομειώσεις. Αναγκαία κρίνεται επίσης η σωστή και ισορροπημένη διατροφή.
-Η τακτική, χωρίς υπερβολές, άσκηση ωφελεί σημαντικά.
-Τέλος, η έγκυος πρέπει να γνωρίζει καλά τα συμπτώματα της νόσου, ώστε να ειδοποιήσει άμεσα το γιατρό, όταν παραστεί ανάγκη.
Αν όλα βαίνουν χωρίς άλλες επιπλοκές, η εγκυμοσύνη ολοκληρώνεται τελείως φυσιολογικά. Σε αντίθετη περίπτωση, πιθανότατα το μωρό να γεννηθεί μερικές εβδομάδες πριν.
Τέλος, θα αναφερθώ σε μια τελευταία έρευνα στο θέμα του διαβήτη κυήσεως
Ο μη επαρκής έλεγχος των επιπέδων της γλυκόζης του αίματος στις γυναίκες με διαβήτη κύησης σχετίζεται με αρκετά ανεπιθύμητα νεογνικά αποτέλεσμα, περιλαμβανομένης της μακροσωμίας και της νεογνικής υπογλυκαιμίας. Ενώ ο διαβήτης κύησης σχετίζεται με ανεπιθύμητα νεογνικά αποτελέσματα, η διαχείριση του δεν είναι ξεκάθαρη.
Μάλιστα, μερικές ερευνητικές ομάδες έχουν αμφισβητήσει την αναγκαιότητα της θεραπείας.. Ο Δρ Βίκτορ Ούγκο Γκονζάλες-Κουιντέρο του Πανεπιστημίου του Μαϊάμι και οι συνεργάτες του έθεσαν υπό ιατρική παρακολούθηση 3.218 γυναίκες με μονότοκες κυήσεις, οι οποίες είχαν εγγραφεί σε μια βάση διαχείρισης του διαβήτη για εξωνοσοκομειακούς ασθενείς.
Όλες οι γυναίκες γέννησαν κανονικά. Οι συμμετέχουσες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες ανάλογα με τον έλεγχο των επιπέδων της γλυκόζης. Ο έλεγχος ορίστηκε ως μέσα επίπεδα γλυκόζης νηστείας <95 mg/dL, <140 mg/dL μιας ώρας πριν το γεύμα ή <120 mg/dL δύο ώρες πριν το γεύμα.
Το κύριο αποτέλεσμα ήταν μια συνδυαστική μεταβλητή περιλαμβανομένης της μακροσωμίας, του μεγάλου για την ηλικία κύησης βρέφους, της υπογλυκαιμίας, του ίκτερου και της θνησιγένειας. Περισσότερα από το ένα τρίτο των βρεφών στην ομάδα της ανεξέλεγκτης γλυκόζης είχαν ένα ή περισσότερα εκ των προαναφερόμενων σύνθετων αποτελεσμάτων, συγκριτικά με το 24% των νεογνών της ομάδας ελεγχόμενης γλυκόζης.
Σε επίπεδο ατομικών παθήσεων, τα μη ελεγχόμενα επίπεδα της γλυκόζης σχετίζονταν άμεσα με την μακροσωμία, το μεγάλο βρέφος σχετικά με την ηλικία κύησης και τη νεογνική υπογλυκαιμία, αλλά όχι με τον ίκτερο και τη θνησιγένεια.
Η θεραπεία στη μονάδα εντατικής φροντίδας και η καισαρική τομή ήταν επίσης συχνότερα μεταξύ των βρεφών της ομάδας των εγκύων με μη ελεγχόμενο διαβήτη κύησης.
Βλέπουμε λοιπόν και πάλι την αναγκαιότητα ρύθμισης του διαβήτη κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Με τιμή
Ιωάννης Καλογήρου